Όταν χλευάζουμε και προσπαθούμε να ειρωνευθούμε την ποίηση και τους ποιητές κάτι σίγουρα πάει λάθος στην κοινωνία μας
Ράδιο Αρβύλα: Στα σύνορα της λογικής μιας Αρβύλας. Μιας τρύπιας Αρβύλας. Μιας τρύπιας, αντιαισθητικής Αρβύλας. Από μέσα κι από έξω. Αλλά γιατί να σκοτιστείς κ. Αρβυλο – κονφερασιέ; Έτσι κι αλλιώς, η λέξη Αρβύλα παραπέμπει (και κάνει αυθόρμητα ρίμα) στην βαρβατίλα. Αρβύλα βαρβατίλα. Μα ντιπ για ντιπ. Εμ;
Στην πρόσφατη Ποιητική συλλογή σου ”Δουλειές σπιτιού”, ξεδίπλωσες την πλέον αντιαισθητική εκδοχή του εφήμερου φτηνιάρικου χαβαλέ που πλασάρεις χρόνια τώρα ως παιδευτικό εύρημα, και που εκ των πραγμάτων λόγω των επαναλαμβανόμενων εβδομαδιαίων τηλεοπτικών επιδρομών – μεταξύ άλλων- διαμορφώνει νεανικούς χαρακτήρες, την αισθητική τους, την αισθητική του χιούμορ τους, την αισθητική μέσα από την οποία «διαβάζουν», αντιλαμβάνονται τον κόσμο και συμπεριφέρονται μέσα σ’ αυτόν.
Όσον αφορά την Ποίηση που επιδερμικά χλευάζεις, θα σου βάλω τα δύσκολα, κι αν δεν κιοτεύεις, εδώ σε θέλω:
Πριν από κάποια χρόνια σε μια 4η τάξη ενός Δημοτικού σχολίου η δασκάλα ή ο δάσκαλος έβαλε σαν θέμα έκθεσης το «Πού βρίσκεται η ποίηση;»
Η απάντηση ενός παιδιού 9 μόλις ετών ήταν ακριβώς η παρακάτω
Το λοιπόν, μέσα από μια επιλογή στίχων του συμπολίτη μας:
«Αυτά τα λόγια με σφίξανε σαν πένσα (του κ. Αρβυλο – κονφερασιέ)
τα είπε χθες το βράδυ μια ψυχή (ο κ. Αρβυλο – κονφερασιέ)
κι ένας φαλάκρας, απ′ έξω και από μέσα χαμογελούσε (ο κ. Αρβυλο – κονφερασιέ)
ναι, γιατί να σκοτιστεί (ο κ. Αρβυλο – κονφερασιέ)
Χαρά να σε γιαούρτωνα εκεί που ρητορεύεις (κ. Αρβυλο – κονφερασιέ)
εκεί που με χειροκροτάς χωρίς να το πιστεύεις (κ. Αρβυλο – κονφερασιέ)
παίρνεις την αλήθεια μου και μου την κάνεις λιώμα (κ. Αρβυλο – κονφερασιέ)
απ′ το πόδι με τραβάς βαθιά μέσα στο χώμα» (κ. Αρβυλο – κονφερασιέ)
Όσον αφορά τον ποιητή που πρόσφατα χλεύαζες, κολυμπώντας από την αυτογελοιοποίηση ως την λύπηση και την κακομοιριά, ως αναγνώστης και του πιτσιρικά, σου στέλνω σαν άηχη κραυγή, μία «σφηνωμένη καλημέρα»:
«…ατενίζω τον κόσμο
καθισμένος στην πλάτη της αμφιβολίας,
έχοντας μια λέξη σφηνωμένη
στην κόψη των χειλιών: Καλημέρα…»
Μια Καλημέρα μέσα από το «Άτιτλο (Στα σύνορα της λογικής μου…)», του Γιώργου Αλισάνογλου.
Μια καλημέρα πριν ξεκινήσεις τις επόμενες ”Δουλειές σπιτιού”, αν και υπάρχουν καλύτεροι τρόποι, όχι τόσο εκκωφαντικά επιδερμικοί για να βγάλει κανείς το ψωμί του, με λιγότερη βαρβατίλα μέσα απ’ την Αρβύλα.
ΥΓ: Αν το «ύφος» της γραφής (μου), ενοχλεί μερικούς αναγνώστες, ζητώ συγνώμη. Σαν δάσκαλος όμως που υπήρξα, τόσο στο ΠΑΔΑ, όσο και στο ΕΑΠ, επικοινωνούσα κάθε εκπαιδευτικό εξάμηνο, με τις φοιτήτριες και τους φοιτητές μου και με μια σειρά από ηλεκτρονικά μηνύματα. Στις αποσκευές τους κουβαλούσαν Οικονομικά, Ιστορία Πεζογραφία, Ποίηση, τις «ίνες ψυχής» μου, δηλαδή. Ανάμεσά τους και ποιήματα του Αλισάνογλου. Αισθάνθηκα βαριά προσβεβλημένος όταν διάβασα και άκουσα το επιδερμικό λεκτικό παραλήρημα του κυρ Αρβυλο-κονφερανσιέ. Με έθιξε προσωπικά.
***
Μιχάλης Κονιόρδος, αφυπηρετήσας καθηγητής Τμήματος Διοίκησης Τουρισμού στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττική
Πηγή: huffingtonpost.gr